Σίγκμουντ Φρόυντ – Ντόρα και η ανάλυση μίας Υστερίας
Η Ντόρα ( πραγματικό όνομα Ida Bauer) είναι ένα περιστατικό του Σίγκμουντ Φρόυντ, που περιγράφτηκε από τον ίδιο μεταγενέστερα. Η θεραπεία της διήρκησε συνολικά εβδομήντα ώρες και θεωρείται παράδειγμα εφαρμογής της ερμηνείας των ονείρων, ενώ το τελικό αποτέλεσμα της θεραπείας χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τον Freud ως ανεπιτυχές.
Η Ντόρα ήταν μια δεκαοχτάχρονη έφηβη κοπέλα, που αναγκάστηκε να πάει για θεραπεία μετά από την παρότρυνση του πατέρα της, Philip Bauer. Η ανησυχία του πατέρα οφείλονταν στα λιποθυμικά επεισόδια που ταλαιπωρούσαν την κόρη του, αλλά επίσης λόγω ενός σημείωματος αυτοκτονίας που η Ντόρα είχε πρόσφατα συγγράψει.
Πλην των επεισοδίων η Ντόρα εμφάνιζε επίσης: δύσπνοια, νευρογενή βήχα, ανορεξία, αφωνία, κατάθλιψη και αυτό που περιγράφει ο Φρόυντ ως υστερική αντικοινωνικότητα.
Ο οικογενειακός κύκλος της 18χρονης Ντόρας αποτελούνταν από τον πατέρα, την μητέρα και ένα μεγαλύτερο κατά ενάμιση χρόνο αδελφό. Η κυρίαρχη φιγούρα ήταν ο πατέρας λόγω διάνοιας, χαρακτήρα αλλά και συνθηκών διαβίωσης.
Ο πατέρας ήταν ένας άνδρας γύρω στα 50, πλούσιος βιομήχανος με εξαιρετικά ταλέντα άλλα και ιστορικό πολλών σοβαρών ασθενειών (φυματίωση, σύφιλη, αποκόλληση αμφιβληστροειδούς κ.τ.λ.). Η Ντόρα ήταν τρυφερά προσκολλημένη σε αυτόν επειδή είχε πάρει τα φυσικά χαρίσματα, την εξυπνάδα αλλά και την προδιάθεση στις ασθένειες.
Η αδελφή του πατέρα, που ήταν πρότυπο για την Ντόρα, έπασχε από βαριά μορφή ψυχονεύρωσης χωρίς υστερικά συμπτώματα και πέθανε από «καλπάζοντα μαρασμό».
Ο αδελφός του πατέρα ήταν εργένης με χαρακτηριστικά υποχόνδριου.
Η μητέρα της Ντόρας, περιγράφεται από την ασθενή ως ακαλλιέργητη και χαζούλα με μοναδικό ενδιαφέρον τις δουλειές του σπιτιού, δίχως να μπορεί να κατανοήσει τα ανώτερα ενδιαφέροντα των παιδιών της. Ο καταναγκασμός της μητέρα αργότερα αποδίδεται από τον θεραπευτή στην προσβολή της ιδίας από σύφιλη, αλλά και στην αποξένωση από τον άνδρα της.
Η Ντόρα υποτιμούσε την μητέρα της, αλλά και την κριτίκαρε ανελέητα.
Ο αδελφός της Ντόρας προσπαθούσε να μείνει εκτός ενδοοικογενειακών διαμαχών, αλλά όταν έπρεπε να πάρει θέση, πάντοτε υποστήριζε την μητέρα του. Άρα η καθημερινή σεξουαλική έλξη είχε φέρει από την μία πλευρά τον πατέρα κοντά στην κόρη και από την άλλη, την μητέρα στον γιό.
Η Ντόρα μέχρι 7-8 ετών είχε νυχτερινή ενούρηση που όταν αυτή διακόπηκε, αναπτύχθηκε ψυχογενής δύσπνοια. Στα δώδεκα ανέπτυξε πονοκεφάλους ημικρανικού τύπου και επεισόδια νευρογενούς βήχα. Η ημικρανία σταδιακά υφέθηκε αλλά ο βήχας συνέχιζε με χαρακτηριστική χροιά και διάρκούσε 3 έως 5 εβδομάδες, ενώ τον τελευταίο καιρό μαζί με τον βήχα χανόταν και η φωνή της (αφωνία) για λίγες εβδομάδες.
Όταν ξεκίνησε η θεραπεία, η Ντόρα περιγράφεται ως μια όμορφη, έξυπνη κοπέλα που βρισκόταν σε μελαγχολία. Περιγράφεται ότι είχε αλλάξει ο χαρακτήρας της, δεν την ικανοποιούσε τίποτα (ούτε ο εαυτός της, ούτε η οικογένεια της) και γενικότερα απέφευγε τις κοινωνικές σχέσεις. Με την μητέρα της τα πήγαινε ιδιαίτερα άσχημα, ενώ αισθανόταν εξάντληση και είχε έλλειψη συγκέντρωσης. Όταν οι γονείς της βρήκαν το αποχαιρετιστήριο γράμμα, όπου δήλωνε ότι δεν άντεχε άλλο την ζωή της, θορυβήθηκαν και την οδήγησαν στον Freud για θεραπεία.
Μολονότι η μόνιμη κατοικία της οικογένειας της Ντόρας ήταν στην Βιέννη, τα τελευταία 10 χρόνια λόγω της φυματίωσης του πατέρα, η οικογένεια περνούσε τον περισσότερο καιρό σε μια τοποθεσία με καθαρό αέρα. Εκεί αναπτύχθηκε μια πολύ στενή φιλία με το ζεύγος κου και κας K.
Η Ντόρα φρόντιζε τα παιδία του ζεύγους Κ. και τα αγαπούσε τόσο, που αισθανόταν σαν να ήταν η μητέρα τους (όπως περιγράφεται από την ίδια).
Όπως πιστεύεται από τον θεραπευτή της Ντόρας, αλλά και από την ίδια, ο πατέρας της είχε αναπτύξει εξωσυζυγικές σχέσεις με την κα Κ, η οποία εκτελούσε και χρέη νοσηλεύτριας του .
Ο κος Κ. (πραγματικό όνομα: Hans Zellenka) έβγαινε συχνά βόλτες με την Ντόρα, ήταν ευγενικός μαζί της και της έκανε δώρα δίχως κάποιος να υποπτευθεί κάτι το μεμπτό στην συμπεριφορά του. Ωσπου ξαφνικά σε μία βόλτα η Ντόρα τον κατηγόρησε ότι της έκανε μία ανήθικη πρόταση, λέγοντας της : «Δεν παίρνω τίποτα από την γυναίκα μου».
Όταν ζητήθηκαν εξηγήσεις από τον κύριο Κ. , αυτός αρνήθηκε τα πάντα, αποδίδοντας τα λεγόμενα της, στην φαντασία της Ντόρας, η οποία όπως ο ίδιος είπε: «δεν ήταν και τόσο αθώα αφού διάβαζε βιβλία για την φυσιολογία του έρωτα».
Ο πατέρας αποδέχθηκε τις εξηγήσεις του κου Κ. , ίσως γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να διακόψει τις ερωτικές σχέσεις του με την κα Κ.. Η Ντόρα όμως επεδίωκε συνέχεια την διακοπή των σχέσεων της οικογένειας της με τους Κ.
Ανεξαρτήτου πιθανής ή μη παρερμηνείας της Ντόρας, υπήρξε ακόμη ένα παλαιότερο περιστατικό, που είχε μείνει κρυφό. Όταν η Ντόρα ήταν 14 ετών, ο κος Κ. την αγκάλιασε και την φίλησε στο στόμα. Τότε η Ντόρα, αντί θα νιώσει ερωτική διέγερση, ένιωσε αηδία και έφυγε αμέσως.
Πάντως η αντίδραση της Ντόρας χαρακτηρίζεται ως τελείως νευρωτική, γιατί αντί να νιώσει ερωτική ευχαρίστηση μαζί του (θα δούμε αργότερα ότι ήταν ερωτευμένη μαζί του), αυτή ένιωσε αηδία (δηλαδή αντιστροφή του συναισθήματος). Όμως μετά από εκείνο το επεισόδιο της έμεινε και μια έμμονη ιδέα με το αγκάλιασμα του κου K., διότι συχνά ένιωθε βασανιστική πίεση στους ώμους της από τα χέρια του. Εδώ προφανώς υπάρχει απώθηση της πίεσης που ένιωσε στο κάτω μέρος του σώματος της από το πέος του κου Κ. καθώς την αγκάλιαζε και μετάθεση του συναισθήματος πίεσης στους ώμους. Το αίσθημα πίεσης στους ώμους ενισχύθηκε και έγινε βασανιστικό ακριβώς για να απωθήσει πιο επιτυχημένα το ανυπόφορο αμφιθυμικό αίσθημα πίεσης από το πέος.
Αλλά και η αηδία ήταν μια μετάθεση στο βλεννογόνου του λάρυγγα της, του απωθημένου ευχάριστου συναισθήματος που ένιωσε εκείνη στην στιγμή στον βλεννογόνο του κόλπου της. Επίσης έκτοτε δεν μπορούσε να περάσει μπροστά από έναν άντρα που μιλούσε τρυφερά με μια γυναίκα, διότι υποσυνείδητα σκεφτόταν ότι σε μια τέτοια περίσταση, ο άντρας θα είχε το πέος σε στύση και θα κινδύνευε η απώθηση του αισθήματος πίεσης από το πέος του κου K.
Όπως είπαμε η Ντόρα που αντιλήφθηκε τις ερωτικές σχέσεις του πατέρα της με την κα K., από ένα σημείο και μετά έγινε πολύ επικριτική για τον πατέρα της λέγοντας ότι «ήταν ανειλικρινής, έκανε ότι τον βόλευε» κτλ. Δικαιολογημένα πάντως θεωρούσε ότι ο πατέρας της έκανε τα στραβά μάτια στο περιστατικό με τον κο K., για να έχει την γυναίκα του απερίσπαστος, πράγμα που την εξόργιζε.
Στην πραγματικότητα όμως η κατηγορία εναντίον του πατέρα της ήταν προβολή μιας δικής της ενοχής, αφού και αυτή έκανε τα στραβά μάτια στην εξωσυζυγική σχέση του πατέρα της ούτως ώστε ο κος Κ. να μπορεί να ασχολείται απερίσπαστος μαζί της (συχνά αμύνεται κάποιος και ωθεί μια αυτοκατηγορία, μια ενοχή, προβάλλοντας της σε κάποιον άλλο). Γιατί αν και δεν αναγνώριζε συνειδητά το γεγονός ότι ήταν ερωτευμένη όλα αυτά τα χρόνια με τον κο K. δείχνοντας ιδιαίτερη φροντίδα στα παιδιά του έπαιρνε την θέση της μητέρας τους, δηλαδή της γυναίκας του κου K.
Η στάση της προς τα παιδιά του κου K., είχε υποσυνείδητα ταυτοποιηθεί με αυτήν της δικής της κουβερνάντας που έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς την μικρή Ντόρα, επειδή αυτή ήταν ερωτευμένη με τον πατέρα της.
Επίσης η Ντόρα κατηγορούσε τον πατέρα της ότι οι αρρώστιες ήταν μια πρόφαση για να μπορεί να πηγαίνει στην εξοχή και να δέχεται τις περιποιήσεις της κας K. που εκτελούσε χρέη νοσοκόμας. Αλλά και για την κα K. που ότι ήταν φιλάσθενη, είχε παρατηρήσει ότι αρρωσταίνει όποτε γύριζε ο σύζυγος της σπίτι. Έτσι απέφευγε τα συζυγικά της καθήκοντα που απεχθανόταν.
Ο Freud κατάλαβε ότι πίσω από τις κατηγορίες της Ντόρας κρυβόταν και μια υποσυνείδητη παρόμοια δικιά της συμπεριφορά. Τα επεισόδια βήχα και αφωνίας είχαν χρονική συσχέτιση με τις περιόδους που ο κος K. έλειπε από κοντά της (σαν να έλεγε ότι αφού λείπει ο καλό μου τι να την κάνω την φωνή). Επίσης ο κος K. της έστελνε γράμματα γνωστοποιώντας μόνο σε αυτήν και όχι στην γυναίκα του, την ημερομηνία επιστροφής του. Έτσι η Ντόρα με την αφωνία απέφευγε να την «πιάσει στα πράσα» η γυναίκα του, για το πότε θα έρθει ο σύζυγος της, πράγμα που θα προκαλούσε ένα ασυνείδητο διαζύγιο. Επίσης με την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας της προσπαθούσε να στρέψει την προσοχή και την φροντίδα του πατέρα της, αφήνοντας την κα K.
Ο Freud σε αυτό το σημείο κάνει αναφορά στο πόσο σωματική ή ψυχολογική είναι η προέλευση των υστερικών συμπτωμάτων, λέγοντας ότι στην αρχή η αιτία είναι σωματική π.χ. το πρώτο επεισόδιο του βήχα μπορεί να οφείλονταν σε μία συνηθισμένη γρίπη και ότι πάντα υπάρχει σωματικός παράγοντας – σωματική συμμόρφωση. Έτσι στην περίπτωση της Ντόρας θα προϋπήρχε μια ευαισθησία στον λάρυγγα, όταν όμως το σωματικό αυτό σύμπτωμα βρίσκει ένα υποσυνείδητο νόημα, αυτό εγκαθίσταται, χρονίζει και δίνει έκφραση σε υποσυνείδητες επιθυμίες κάθε φορά. Αν δεν υπάρχει σωματικός παράγοντας (Οδός) πρόθυμος, η υποσυνείδητη σύγκρουση δε θα βρει έκφραση σε ένα σωματικό σύμπτωμα, αλλά σε μια φοβία, έναν καταναγκασμό, σε ένα ψυχικό σύμπτωμα. Αλλά και το υποσυνείδητο νόημα μπορεί να αλλάζει σε διάφορες περιόδους πίσω από το ίδιο , παγιωμένο σωματικό σύμπτωμα. Δεν είναι εύκολο να βρίσκεται κάθε φορά άλλη σωματική οδός για μετατροπή και χρησιμοποιείται η παλιά.
Είναι το δευτερογενές ψυχικό όφελος που οδηγεί στην αντίσταση που βρίσκει κανείς, όταν προσπαθεί να γιατρέψει ένα υστερικό σύμπτωμα. Τα υποσυνείδητα κίνητρα στο να είναι κάποιος άρρωστος τα μαθαίνει στην παιδική ηλικία. Το κορίτσι που δεν θέλει να μοιράζεται την αγάπη των γονέων του με τα άλλα του αδέλφια, ανακαλύπτει ότι όποτε αρρωσταίνει όλη η φροντίδα τους πέφτει πάνω του. Αργότερα όταν τυχόν νιώσει παραμελημένη στον γάμο της, είναι πιθανόν να ξαναχρησιμοποιήσει σαν όπλο την αρρώστια, για να κερδίσει την φροντίδα, την προσοχή τους άντρα της, όλα αυτά υποσυνείδητα και υποκειμενικά τυχαία.
Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνά κανείς είναι, ότι μπορεί στα παιδία να είναι συνειδητή μια τέτοια προσπάθεια, στους ενήλικους όμως μια τέτοια σωματόμορφη νόσος (όχι υπόκριση) είναι όλα υποσυνείδητα. Τα κίνητρα για αρρώστια μπορεί να είναι τελείως φαντασιακά π.χ. πόθος για αυτοτιμωρία, οπότε είναι πιο εύκολο να έρθει τέτοιο κίνητρο, ή μπορεί ένα υποσυνείδητο κίνητρο όπως αυτό της Ντόρας να έχει ένα εξωτερικό σκοπό, που με την αρρώστια της αναγκάστηκε να γυρίσει ο πατέρας της κοντά της, αφήνοντας την κα Κ. Όσων αφορά τον βήχα της Ντόρας, αυτός αντιπροσώπευε και μια σεξουαλική φαντασίωση.( Ο Freud στο επίλογο του λέει ότι τα συμπτώματα είναι η σεξουαλική ζωή του υστερικού ασθενούς).
Το πέος προκαλεί ερεθισμό στον λάρυγγα όταν γίνεται στοματικός έρωτας . Η Ντόρα θεωρούσε τον πατέρα της ανίκανο συνουσίας λόγω της αρρώστιας του και είχε την εμμονή ιδέα του στοματικού έρωτα του πατέρα της με την κα K. Έτσι και ο δικός της συνεχής ερεθισμός και το γαργάλημα της στοματικής κοιλότητας και του λαιμού, προκαλούσε τον βήχα. (φαντασιακά τα γαργάλημα προκαλούνταν από το πέος του πατέρα της ενώ αυτή έπαιρνε την θέση της κας).
Ο Freud εδώ κάνει μια παρένθεση για το πόσο μπορεί να μιλάει κανείς για τέτοια θέματα με ένα κορίτσι 18 ετών. Αναφέρει ότι είναι αδύνατον να μη θιχτούν σεξουαλικά θέματα κι ο καλύτερος τρόπος να μιλάει ο γιατρός, είναι ξερά και ευθέως για αυτά, χρησιμοποιώντας επιστημονικούς όρους και να μη δείχνει ο ίδιος ερεθισμένος από μια τέτοια συζήτηση. Δεν υπάρχει θέμα να διαφθείρει κανείς τον/την ασθενή, όσο μικρή είναι η ηλικία του, γιατί να υπάρχει υστερία, υπάρχει και γνώση των σεξουαλικών θεμάτων, αν όχι συνειδητή σίγουρα υποσυνείδητη.
Μάλιστα ψυχονευρωτικοί έχουν στο υποσυνείδητο έντονες σεξουαλικές τάσεις, απωθημένες . Οι νευρώσεις είναι το «αρνητικό» των σεξουαλικών παρεκκλίσεων και τα συμπτώματα τους έχουν σαν κινητήρια δύναμη όχι μόνο την φυσιολογική σεξουαλικότητα, αλλά και ασυνείδητες παρεκλιτικές δραστηριότητες. Υπάρχουν αυτές οι τάσεις λόγω των εμποδίων στην φυσιολογική ψυχοσεξουαλική τους ανάπτυξη, όπως ένα ρέμα όταν βρίσκει εμπόδιο στην κοίτη του, εκτρέπεται σε κανάλια που αλλιώς θα παρέμεναν στεγνά.
παράδειγμα: με το βήχα εξέφραζε: 1ον ) τη θλίψη της που έλειπε ο κος K. Αντίθετα με τη γυναίκα του που αρρώσταινε όταν ερχόταν – έτσι φαντασιακά γινόταν καλύτερη σύζυγος, αλλά και 2ον) εξέφραζε την στοματική ερωτική φαντασίωση με τον πατέρα της.
Μετά το επεισόδιο στην λίμνη με τον κο Κ. , η αντίδραση της Ντόρας προς την σχέση του πατέρα της με την κυρία K. ήταν να της γίνει έμμονη ιδέα. Δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτα άλλο. Ήταν μια αντίδραση που ταίριαζε πιο πολύ σε μια απατημένη σύζυγο παρά σε μία κόρη.
Ο Freud κατάλαβε ότι η ένταση της αντίδρασης της ήταν τέτοια που κάτι άλλο προσπαθούσε να απωθήσει στο υποσυνείδητο. (αντιδραστικός σχηματισμός). Η Ντόρα όρθωσε πάλι και υπερέβαλλε τον παλιό οιδιπόδειο έρωτα για τον πατέρα της για μπορέσει να απωθήσει τον έρωτα της για τον κο Κ., που τον θεωρούς απαγορευμένο. Παράλληλα απωθούσε και την αμφιθυμία της για το αν έπρεπε να ενδώσει ή όχι, στις προτάσεις τους κου Κ.
Δεν αγαπώ τον κο Ηerr Κ., αλλά αγαπώ τον πατέρα μου και βασανίζομαι από την σχέση του με την κα K. Πίσω από την ενασχόληση της με την εξωσυζυγική σχέση του πατέρα της κρυβόταν και μια ομοφυλοφιλική ζήλεια για την κα Κ. . Ο Freud στον επίλογο του γράφει ότι, είχε συναντήσει δυσκολίες σε πολλά περιστατικά του, επειδή δεν είχε συνειδητοποιήσει την σπουδαιότητα του ομοφυλοφιλικού ρεύματος στους ψυχονευρωτικούς.
Στην εφηβεία τα αγόρια και τα κορίτσια δείχνουν φανερά σημεία στοργής για άτομα του ιδίου φύλλου ακόμη και σε φυσιολογικές περιπτώσεις. Μια ρομαντική φιλία μιας κοπέλας με τη συμμαθήτρια της, με όρκους αιώνιας, φιλιά αλλά και ζήλειες μας το μαρτυρά ξεκάθαρα αυτό. Όταν αυτή η κοπέλα γνωρίσει το πάθος για έναν άνδρα, το ομοφυλοφιλικό ρεύμα υποτονεί, εάν όμως αυτή η κοπέλα γνωρίσει την ερωτική απογοήτευση από τον άνδρα, τότε το ρεύμα ξαναζωντανεύει και μπορεί να γίνει και συνειδητό. Την Ντόρα, η κακή τροπή του έρωτα με τον κύριο K., ξαναζωντάνεψε στο υποσυνείδητο το ομοφυλοφιλικό κομμάτι για την κυρία Κ. Η Ντόρα και η κυρία Κ. είχαν πάντα πολύ ζεστές και έμπιστες σχέσεις, η Ντόρα την θαύμαζε για το απαλό της δέρμα και παρόλο που η κυρία Κ. την θυσίασε για τον πατέρα της, η Ντόρα δεν μίλησε ποτέ άσχημα για αυτή.
Όπως ακριβώς και με την γκουβερνάντα της, που ήταν η σημαντικότερη και πρώτη στενή σχέση με γυναίκα μετά την μητέρα της, την φρόντιζε μικρή όχι για χάρη της, αλλά εξαιτίας της ερωτικής σχέσης που διατηρούσε με τον πατέρα της. Ανακαλύπτοντας ότι η κα K. επανέλαβε το ίδιο πληγώθηκε.
Συνοπτικά βλέπουμε πόσο περίπλοκη μπορεί να είναι η υποσυνείδητη συναισθηματική ζωή ενός ανθρώπου. Η Ντόρα απασχολούνταν ασταμάτητα με τον πατέρα της, που την είχε θυσιάσει για χάρη κυρίως της κας Κ. και συνειδητά αυτό την βασάνιζε.
Υποσυνείδητα όμως αυτό την εξυπηρετούσε, στο να απωθήσει τον έρωτα της για τον κο Κ. και την αμφιθυμία της για το εάν θα έπρεπε να ενδώσει ή όχι στις προτάσεις του, αλλά και στο να κρύψει το αντίστροφο γεγονός της εγκατάλειψης της από την κα Κ. που της είχε στοιχήσει περισσότερο.
Σε κάποιο σημείο της θεραπείας η Ντόρα αναφέρθηκε σε ένα όνειρο το οποίο είχε ήδη δει πολλές φορές στο παρελθόν.
Το Πρώτο Όνειρο
«Ένα σπίτι καιγόταν. Ο πατέρας μου στεκόταν στο πλάι του κρεβατιού και με ξύπνησε. Ντύθηκα γρήγορα. Η μητέρα ήθελε να σταματήσουμε για να σώσουμε την κοσμηματοθήκη της, αλλά ο πατέρα είπε: αρνούμαι να αφήσω εμένα και τα δύο μου παιδία να καούν για χάρη της κοσμηματοθήκης. Τρέξαμε προς τον κάτω όροφο και αφού βγήκαμε έξω, ξύπνησα».
Το όνειρο ήρθε τρείς φορές στον ύπνο της Ντόρας, μετά το επεισόδιο στην λίμνη, τότε που για αρκετές μέρες η Ντόρα είχε την συνειδητή επιθυμία να ξεφύγει από τον κο Κ. Στο όνειρο υπάρχουν θραύσματα από την καθημερινή ζωή της, εκείνες τις μέρες , που αποτέλεσαν και τα αίτια του ονείρου σε πρώτο επίπεδο.
«Ντύθηκα γρήγορα» όπως ντυνόταν γρήγορα για να μην την βρει γυμνή ο κος Κ. , εκείνες τις μέρες.
«Ο πατέρας μου στεκόταν στο πλάι του κρεβατιού» όπως μια μέρα ξύπνησε βλέποντας τον κο Κ. στο πλάι τους κρεβατιού της. Επίσης μια κοσμηματοθήκη της, που ήταν πρόσφατο δώρο του κου Κ.
Το όνειρο συμβόλιζε τη πρόθεση της Ντόρας να ξεφύγει από τον Κ. , αλλά και παρουσίαζε εκπληρωμένη την επιθυμία της να «σώσει» τον πατέρα της από την κα Κ.
Επίσης εκείνη την εποχή χρησιμοποιώντας τον όρο κοσμηματοθήκη, μεταφορικά σήμαινε τα γυναικεία γεννητικά όργανα. Η ερμηνεία που είναι ότι η Ντόρα ένιωσε να κινδυνεύει γ κοσμηματοθήκη της από τον κο Κ. και αν κάτι συνέβαινε, υπεύθυνος θα ήταν ο πατέρας της. Για αυτό στο όνειρο διάλεξε μια κατάσταση που εκφράζει το αντίθετο, δηλαδή ένα κίνδυνο από τον οποίο την σώζει ο πατέρας της.
Ο φόβος της Ντόρας ήταν να μην συνειδητοποιήσει τη σεξουαλική της επιθυμία για τον κο Κ., να μην υγρανθούν δηλαδή τα γεννητικά της όργανα για αυτόν, να μην καεί η κοσμηματοθήκη. Ο Έρωτας συχνά αναφέρεται ως φωτιά. Ένα όνειρο όμως δεν φτιάχνεται χωρίς ρίζες σε ένα γεγονός της παρούσης. Τα παιδιά αποτρέπονται από τους γονείς τους να παίζουν με τα σπίρτα, τη φωτιά για να μη προσπαθήσουν στον ύπνο τους να την σβήσουν με τα ούρα τους. Η Ντόρα έπασχε μέχρι τα 7-8 της χρόνια από νυχτερινή ενούρηση. Ο πατέρας της την ξυπνούσε πριν βρέξει το στρώμα, για αυτό είχε συνηθίσει να την ξυπνάει και να τον βλέπει δίπλα στο κρεβάτι της, όπως και στο όνειρο την ξυπνούσε για να την σώσει από την φωτιά.
Αντιστροφή Υγρού-Φωτιάς
Η Ντόρα ξυπνούσε από το όνειρο και συνέχιζε να μυρίζει καπνό, όπως και το στόμα του κο Κ. όταν την είχε φιλήσει που μύριζε και αυτό καπνό, εδώ ξαναφαίνεται το πάθος που είχε για τον κο Κ.
Το πνεύμα του όνειρο λοιπόν, μπορεί να εκφραστεί ως εξής: «Η επιθυμία είναι πολύ δυνατή. Πατέρα προστάτευσε με πάλι όπως όταν ήμουν μικρή και φύλαξε το κρεβάτι μου για να μην βραχεί». Για τον Freud η νυχτερινή ενούρηση της Ντόρας έχει συχνότερη αιτία τον αυνανισμό. Η Ντόρα εκείνο τον καιρό κατηγορούσε συνεχώς τον πατέρα της ότι έφταιγε για την αρρώστια της, θεωρώντας ότι της είχε κληρονομήσει την σύφιλη (κάτι που ήταν λάθος) και απόδειξη αυτού η λευκόρροια στα γεννητικά της όργανα όταν ήταν μικρή. Ο Freud κατάλαβε ότι πίσω από τις συνεχείς κατηγορίες εναντίον του πατέρα της, υπήρχε η δική της ενοχή ότι η ασθένεια της οφείλεται σε αυνανισμό (εξού και η λευκόρροια). Η Ντόρα αρνήθηκε την ερμηνεία, δεν θυμόταν να αυνανίζεται σαν παιδί. Λίγες μέρες όμως αργότερα ήρθε η ομολογία από το υποσυνείδητο. Η Ντόρα αφηρημένη έκανε κάτι που δεν είχε κάνει άλλοτε, έπαιζε συνεχώς με την μικρή της τσάντα, την άνοιγε, την έκλεινε, έβαλε δάχτυλο μέσα, την έκλεινε κ.ο.κ. Ένα ανάλογο δηλαδή αυνανισμού. Για αυτό και από μικρή αντιπαθούσε τους γιατρούς. Φοβόταν ότι θα την εξετάσουν και θα βρουν την πραγματική αιτία της κάθε αρρώστιας, δηλαδή τον αυνανισμό. Να υπενθυμίσουμε ότι ο αυνανισμός εκείνη την εποχή ήταν «διαβολικό πάθος, ήταν επικίνδυνο, τιμωρούνταν και έκανε τον άνθρωπο ηλίθιο».
Η νυχτερινή ενούρηση και ο αυνανισμός της Ντόρας, σταμάτησαν λίγο πριν ην έναρξη της δύσπνοιας (ασθματικές κρίσεις). Τα υστερικά συμπτώματα δεν εμφανίζονται όσο ένα παιδί αυνανίζεται, αλλά μόλις στερηθεί τον αυνανισμό και αναζητά την σεξουαλική απόλαυση σε ένα υποκατάστατο – το υστερικό σύμπτωμα. Η Ντόρα βρήκε υποσυνείδητα την δύσπνοια σαν σεξουαλικό υποκατάστατο ακούγοντας ένα βράδυ τον πατέρα της να κάνει έρωτα.
Ο Freud επιχειρεί ακόμη μια ερμηνεία της αηδίας που ένιωσε η Ντόρα μετά το φιλί του Κ. στα 14 της. Η σειρά των υποσυνείδητων συνειρμών της ήταν : «όπως της είχε πει η γκουβερνάντα της, όλοι οι άνδρες είναι οι ίδιοι, δεν μπορείς να εμπιστευτείς κανέναν. Άρα όλοι είναι σαν τον πατέρα σου, άρα όλοι έχουν αφροδίσια νόσο για αυτό και η αηδία από την επαφή της με τον Κ.
Και ο λόγος που η Ντόρα δεν μπορούσε να παραδοθεί στον άντρα που αγαπούσε, που αναγκάστηκε να απωθήσει τον έρωτα της για αυτόν, αντί να παραδοθεί σε αυτόν ήταν η πρώιμη σεξουαλική εμπειρία, ο αυνανισμός με τις οδυνηρές συνέπειες: αηδιαστική εκροή, ασθένειες- Αηδία: ενοχοποίηση της σεξουαλικότητας . Και αυτή η παιδική επιθυμία ήταν η κινητήρια δύναμη του ονείρου όπως ο πατέρας της την ξυπνούσε και δεν την άφηνε να βρέξει το στρώμα δηλαδή να αυνανισθεί και να έχει όλες τις συνέπειες, μετά έτσι και τώρα έπρεπε αυτός να την γλιτώσει από το σπίτι που καίγεται- από τον έρωτα και από όλες τις συνέπειες που έφερνε (όλα λειτουργούσαν υποσυνείδητα , η Ντόρα δεν θυμόταν αρχικά ότι είχε νυχτερινή ενούρηση).
Το Δεύτερο Όνειρο
«Περιφερόμουν σε μια πόλη που δεν γνώριζα. Έβλεπα δρόμους και πλατείες που ήταν άγνωστες σε μένα. Τότε έφτασα σε ένα σπίτι όπου ζούσα, πήγα στο δωμάτιο μου και βρήκα ένα γράμμα από την Μητέρα. Εκεί έγραφε ότι καθώς είχα φύγει από το σπίτι χωρίς την άδεια τους, δεν μου είχε γράψει ότι ο πατέρας είναι άρρωστος. Τώρα όμως που είναι νεκρός αν θέλεις μπορείς να έρθεις. Τότε ξύπνησα για το σταθμό και ρώτησα καμιά εκατοστή φορές: Που είναι ο σταθμός; Παίρνοντας πάντα την απάντηση: 5 λεπτά. Τότε είδα ένα παχύ δάσος μπροστά μου και μπήκα σε αυτό ρωτώντας έναν άνδρα που συνάντησα για το σταθμό. Μου είπε σε 2 ½ ώρες. Προσφέρθηκε να με συνοδεύσει αλλά αρνήθηκα και πήγα μόνη. Είδα το σταθμό μπροστά μου και δεν μπορούσα να φτάσω. Είχα το σύνηθες άγχος που αισθάνεται κανείς στα όνειρα όταν δεν μπορεί να προχωρήσει. Τότε βρέθηκα σπίτι. Η υπηρέτρια άνοιξε την πόρτα και είπε ότι η Μητέρα και οι άλλοι είχαν πάει ήδη στο κοιμητήριο. Τότε ανέβηκα τις σκάλες, πήγα στο δωμάτιο μου, χωρίς καθόλου θλίψη και άρχισα να διαβάζω με ηρεμία ένα μεγάλο βιβλίο» .
Καταρχήν το όνειρο περιείχε πρόσφατε εμπειρίες της Ντόρας. Οι δρόμοι και οι πλατείες της άγνωστης πόλης στο όνειρο, αναγνωρίστηκαν ότι ήταν μιας Γερμανικής πόλης, ένα άλμπουμ της οποίας της είχε χαρίσει στην Ντόρα ένας νεαρός μηχανικός που την πολιορκούσε. Στο όνειρο περιφερόταν σε μια άγνωστη πόλη, όπως είχε κάνει παλαιότερα στη Δρέσδη , όταν είχε πρωτοταξιδέψει. Στο όνειρο αρνήθηκε να την συνοδεύσει ο άντρας, όπως είχε αρνηθεί να την συνοδεύσει ο εξάδελφος της στην Πινακοθήκη της Δρέσδης και κάθησε 2 ώρες μπροστά από την Σιστίνα Μαντόνα. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι, για την Ντόρα, η Παναγία συμβόλιζε την παρθένα μητέρα.
Αυτό που ήταν φανερό ήταν ότι η Ντόρα στο πρώτο μέρος του ονείρου ταυτοποιούνταν με έναν νεαρό άνδρα που περιφέρεται σε ξένο τόπο, που αγωνίζεται να φτάσει κάπου αλλά δεν φτάνει γιατί χρειάζεται να κάνει υπομονή και να περιμένει (όπως έκανε ο νεαρός πολιτικός μηχανικός που εργαζόταν σε μια ξένη πόλη, περιμένοντας με υπομονή να ανέλθει σε μια τέτοια κατάσταση, ώστε να μπορέσει να την ζητήσει σε γάμο).
Στο όνειρο η Ντόρα προσπαθεί να φθάσει στο σταθμό που ψυχαναλυτικά συμβολίζει τον γυναικείο κόλπο. Ο σταθμός κρυβόταν πίσω από ένα παχύ δάσος, όπως ο κόλπος είναι πίσω από το τριχωτό του εφηβαίου. Δηλαδή η Ντόρα ταυτοποιούνταν με τον νεαρό που προσπαθούσε να εκπαρθενεύσει μια γυναίκα.
Και περνάμε στο θέμα της εκδίκησης που φανερά διαπερνά αυτό το όνειρο. Έχουμε πει ότι η Ντόρα αισθανόταν εκδικητική προς τον πατέρα της που την είχε αφήσει στις διαθέσεις του κου Κ. για να μπορεί να ασχολείται η κα Κ. απερίσπαστη με αυτόν.
Η αυτοκτονία με την οποία προειδοποιούσε η Ντόρα με το αποχαιρετιστήριο γράμμα, αυτή την διάθεση εκδίκησης σήμαινε.
Στο όνειρο η Ντόρα έφυγε μόνη της από το σπίτι κι ο πατέρας της πέθανε. Η επιθυμία για εκδίκηση στο όνειρο ικανοποιείται. Άλλωστε στο τέλος του ονείρου η Ντόρα δεν προλαβαίνει τους άλλους που έχουν πάει στο κοιμητήριο Friedhoff, στον τόπο ανάπαυσης όπως ο γυναικείος κόλπος. Και έπειτα τι κάνει; Με ηρεμία διαβάζει ένα βιβλίο- μια εγκυκλοπαίδεια όπως διευκρίνισε η ίδια μετά.
Άρα όπως τα παιδιά με φόβο μήπως έρθει ο πατέρας, διαβάζουν μια εγκυκλοπαίδεια γύρω στα θέματα του Σεξ χωρίς περιορισμό, έτσι και η Ντόρα με τον πατέρα της νεκρό, μπορούσε να διαβάσει ή να ασχοληθεί απερίσκεπτη γύρω από το σεξ.
Εννέα μήνες μετά το επεισόδιο που ο κος Κ. την είχε φιλήσει, η Ντόρα έπαθε πονόκοιλο παρενέργεια του οποίου ήταν η Ντόρα να σέρνει το αριστερό της πόδι, αποφεύγοντας να ανεβοκατεβαίνει σκάλες. Τότε οι ιατροί είχαν διαγνώσει σκωληκοειδίτιδα, (Η Ντόρα εκείνη την εποχή είχε διαβάσει για την σκωληκοειδίτιδα και γνώριζε υποσυνείδητα για τον πόνο της σκωληκοειδούς) αν και τους είχε παραξενεύσει πολύ η χωλότητα της Ντόρας.
Ο πονόκοιλος εννέα μήνες μετά το φιλί ήταν φαντασιακά τοκετός και η χωλότητα στο αριστερό πόδι , συμβόλιζε το λάθος που έχει κάνει, για αυτό τονίστηκε στο όνειρο ότι ανέβηκε από τις σκάλες.
Η Μαντόνα ήταν η ίδια η παρθένα μητέρα π.χ. η μητρότητα προς τα παιδία του κου Κ. έχοντας ως σκοπό να κερδίσει την αγάπη του. Με την ιδέα της Παρθένου Μητέρας στο υποσυνείδητο της ξέφευγε από την ενοχοποιημένη σεξουαλικότητα.
Η φαντασίωση της εκπαρθένευσης που είδαμε να διαπερνά το όνειρο, αφορά σε πρώτο επίπεδο τον Κ. Για αυτό οι αυτούσιες σκηνές από το επεισόδιο στην λίμνη με τον κο Κ. υπάρχουν στο όνειρο. π.χ. μετά το επεισόδιο είχε αρνηθεί σε κάποιον να την συνοδέψει πίσω και βρέθηκε μπροστά σε ένα δάσος που χρειαζόταν 2 ½ ώρες για να το διασχίσει και σε δεύτερο επίπεδο η Ντόρα ταυτοποιείται με έναν άνδρα δηλαδή άρχεται το ομοφυλοφιλικό ρεύμα της ιδίας.
Αλλά και η εκδίκηση που διαπερνά το όνειρο δεν αφορούσε μόνο τον πατέρα της, αλλά και τον κο Κ. που όπως έμαθε Freud από την Ντόρα, κατά την διάρκεια θεραπείας, ότι είχε κάνει ερωτική πρόταση σε μια υπηρέτρια ξεκινώντας μάλιστα με τα ίδια λόγια: «Δεν παίρνω τίποτα από την γυναίκα μου». Η Ντόρα τότε αισθάνθηκε πληγωμένη που της φέρθηκε με τον ίδιο τρόπου που φέρθηκε στην υπηρέτρια, ενώ αυτή προσδοκούσε να χωρίσει την γυναίκα του και να την παντρευτεί. Αφού πέρασαν 15 ημέρες από το περιστατικό στην λίμνη χωρίς ο Κ. να επανορθώσει με ανώτερα αισθήματα, η Ντόρα κατακλίσθηκε από πάθος για εκδίκηση.
Αυτό λοιπόν που δεν υπολόγισε ο Freud έγκαιρα, ήταν, ότι αυτή η διάθεση της Ντόρας για εκδίκηση μεταβιβάστηκε και μετατέθηκε και σε αυτόν, με αποτέλεσμα να διακόψει την θεραπεία πρόωρα, στερώντας τον Freud από την χαρά να δει ακόμη μεγαλύτερη βελτίωση στην ψυχική της υγεία. (αρχικά ο Freud αντικαθιστούσε τον πατέρα).
Το πρώτο όνειρο ήταν μια προειδοποίηση ότι ήθελε να εγκαταλείψει την θεραπεία όπως παλιά το σπίτι του Κ. Έπρεπε να της το επισημάνει και να την κάνει να προσέχει περισσότερο κάποιες λεπτομέρειες στη σχέση τους που ενδεχομένως να σχετίζονταν με τον Κ. Με την λύση της μεταβίβασης θα δινόταν διέξοδο σε νέα υλικά, αποτελούμενα από πραγματικές αναμνήσεις. Επειδή λοιπόν ο Freud, θύμιζε τον Κ. στην Ντόρα, τον εκδικήθηκε εγκαταλείποντας τον, όπως ο Κ. την εγκατέλειψε.
Ο Freud προσπάθησε να αποδείξει ότι η σεξουαλικότητα είναι η κινητήρια δύναμη για κάθε σύμπτωμα και κάθε εκδήλωση στην υστερία.
Στο 2ο όνειρο οι υπαινιγμοί για μεταβίβαση ήταν πολλοί και σαφής. Όταν του το διηγήθηκε ο ίδιος αγνόησε ότι δεν είχαν παρά δύο ώρες εργασίας ακόμη μπροστά τους, γιατί 2 ώρες ήταν μπροστά στην Παρθένο, 2 ώρες για να κάνει τον γύρο της λίμνης και 2 ώρες ήταν στον σταθμό.
Έπρεπε να καταλάβει ότι η τόση άρνηση να την συνοδεύσουν στο όνειρο, όσο και η επιθυμία της να περπατήσει μόνη είχαν σχέση με την ημέρα που είχε διαλέξει να διακόψει την θεραπεία. Μία άρνηση που έχει για την Ντόρα την σημασία της! «Αφού είναι τόσο φοβεροί οι άντρες, προτιμώ να μην παντρευτώ ποτέ
– αυτή θα είναι η εκδίκηση μου!»
Θεωρεί ως τεχνικό λάθος την παράλειψη να ανακοινώσει στην Ντόρα ότι η πιο ασυνείδητη ψυχική τάση ήταν ο ομοφυλοφιλικός έρωτας με την Κ.
Με αυτήν την μελέτη ο Freud ήθελε να δείξει πως η τεχνική της ερμηνείας των ονείρων μπορεί να χρησιμοποιηθεί, για να έρθουν στην επιφάνεια απωθημένες πλευρές της ανθρώπινης ψυχής. Επίσης προσπάθησε να αποδείξει ότι η σεξουαλικότητα είναι η κινητήρια δύναμη για κάθε σύμπτωμα και κάθε εκδήλωση του φαινόμενου της υστερίας.
Μετά από δύο χρόνια που η Ντόρα ενηλικιώθηκε ταυτοποιημένη με την ιστορία των γονιών της, και ειδικά της μητέρας της, όπως συνήθως γίνεται , αρραβωνιάστηκε στα 17 και παντρεύτηκε 2 χρόνια αργότερα πιθανότατα τον νεαρό που ανέφερε στα όνειρα της.
Αρναούτογλου Νικήτας
Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής